-
1 десятилетка
-
2 десятилетка
-и θ.δεκατάξιο σχολείο στην ΕΣΣΔ. -
3 неполный
επ., βρ: -лон, -лна, -лноο μη πλήρης• λειψός, ελλειπής• κοντόγεμος•-ое ведро κοντόγεμος• κουβάς•
-стакан κοντόγεμο ποτήρι «- метр λειψό μέτρο•
βλ. семи-лтка1.εκφρ.- ое предложение – (γραμμ.) ελλειπής πρόταση. -
4 средний
-яя, -ееεπ.μεσαίος, μέσος, μεσιανός•-ее окно μεσαίο παράθυρο•
-яя годовая температура η μέση ετήσια θερμοκρασία.
|| κεντρικός•-яя азия Μέση ή Κεντρ ική Ασία.
|| μέτριος•средний ученик μέτριος μαθητής.
εκφρ.в -ем – κατά μέσο όρο•высше -его – παραπάνω από το μέσο όριο ή το κανονικό•ниже -его – κάτω του μέσου ορίου ή του κανονικού•не что -ее – κάτι το μέσο, το ενδιάμεσο, το μεταξύ•- ее образование – η μέση μόρφωση, ηδε-κατάξια (γυμνασιακή)•средний палец – το μεσαίο δάχτυλο•- ее ухо – το μεσαίο αυτί•- яя школа – το μεσαίο (δεκατάξιο) σχολείο•- их лет – μέσης ηλικίας•средний залог – (γραμμ.) η μέση διάθεση των ρημάτων. -
5 десятилетка
десятилет||каж (школа) ἡ δεκατάξιος σχολή, τό δεκατάξιο[ν] σχολεῖο[ν].